ΠΡΟΛΟΓΙΚΑ
Ο πνευματικός κόσμος του Πύργου, έδωσε το "παρών" στις
2 Οκτωβρίου 2019, στη ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΥΡΓΟΥ....
Ο παρεξηγημένος Πύργος, έδειξε το βράδυ αυτό το πνευματικό του
πρόσωπο και ότι έχει και την φωτεινή πλευρά του φεγγαριού!!...
Ασφυκτικά γεμάτη η αίθουσα στην Εκδήλωση που διοργάνωσε η ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ (Πρόεδρος της είναι ο Καθηγητής Πανεπιστημίου κ. Θανάσης Φωτόπουλος) άκουσε τις ομιλίες για 5 Πυργιους Λογοτέχνες -Νομικούς)...
Ασφυκτικά γεμάτη η αίθουσα στην Εκδήλωση που διοργάνωσε η ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ (Πρόεδρος της είναι ο Καθηγητής Πανεπιστημίου κ. Θανάσης Φωτόπουλος) άκουσε τις ομιλίες για 5 Πυργιους Λογοτέχνες -Νομικούς)...
Για τον Βάσσο Στεφανόπουλο είχα την τιμη να μιλήσω εγώ.
Για τον
Νάκη Αυγερινό μίλησε ο Οικονομολόγος-ιστορικός κ. Σάκης Τραμπαδώρος
και για τους
άλλους τρείς τον Διονύσιο Κωνσταντόπουλο, τον Αντώνη Αντωνακόπουλο και τον Νίκο
Τσούρα, μίλησε ο ίδιος ο κ. Αθανάσιος Φωτοπουλος.
Ποιήματα του Βάσσου Στεφανόπουλου και αποσπάσματα από δημοσιεύματα
των τιμώμενων προσώπων διάβασαν ο φιλολογος κ. Αυγ. Ανασατσόπουλος και ο ηθοποιός κ. Ιω. Μανώλης
(παρακάτω παραθέτω όλη την ομιλία μου για το μεγάλο τέκνο της
Δίβρης και της Ηλείας Βασσο Στεφανόπουλο).
Μετά το τέλος έγινε η απονομή τιμητικών
διπλωμάτων, από τον κ. Αθανάσιο Θ. Φωτόπουλο, σε παραβρεθέντες συγγενείς των
τιμώμενων προσώπων.
Το τιμητικό δίπλωμα για τον Νάκη Αυγερινό το παρέλαβε η κόρη του κα Φούλη Αυγερινού. Για τον Βάσσο Στεφανόπουλο το παρέλαβε ο κ. Σωτήρης Σωτηρόπουλος και θα τοποθετηθεί στο Πνευματικό Κέντρο Δίβρης. Το δίπλωμα για τον Δίον. Ν. Κωνσταντόπουλο θα αποσταλεί στην κόρη του κα Χριστίνα Κωνσταντοπούλου. Το δίπλωμα για τον Αντώνη Αντωνακόπουλο το παρέλαβε η κόρη του κα Αγγελική Αντωνακοπούλου. Τέλος το δίπλωμα για τον Νίκο Τσούρα το παρέλαβε η σύζυγός του κα Χαρά Τζούρα.
Το τιμητικό δίπλωμα για τον Νάκη Αυγερινό το παρέλαβε η κόρη του κα Φούλη Αυγερινού. Για τον Βάσσο Στεφανόπουλο το παρέλαβε ο κ. Σωτήρης Σωτηρόπουλος και θα τοποθετηθεί στο Πνευματικό Κέντρο Δίβρης. Το δίπλωμα για τον Δίον. Ν. Κωνσταντόπουλο θα αποσταλεί στην κόρη του κα Χριστίνα Κωνσταντοπούλου. Το δίπλωμα για τον Αντώνη Αντωνακόπουλο το παρέλαβε η κόρη του κα Αγγελική Αντωνακοπούλου. Τέλος το δίπλωμα για τον Νίκο Τσούρα το παρέλαβε η σύζυγός του κα Χαρά Τζούρα.
Την Εκδήλωση τίμησαν επίσης με την παρουσία
τους ο εκπρόσωπος της Ι.Μ. Ηλείας π. Ηλίας Παπαγγελής, ο Πρόεδρος του
Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας κ. Δημήτρης Δημητρουλόπουλος, , ο Δημοτικός Σύμβουλος Πύργου κ. Θεόδωρος Γ.
Ντοάς ως εκπρόσωπος του βουλευτή Ηλείας κ. Καλαματιανού, η πρώην Πρόεδρος του Λυκείου
Ελληνίδων Πύργου και έλκουσα την καταγωγή από την Δίβρη κ. Τούλα Καλαμπόκα-
Αναστοπούλου, η Αντιπρόεδρος του Οργανισμού Πολιτισμού Δήμου Πύργου και έλκουσα
την καταγωγή από την Δίβρη κ. Αγγελική Ζάγκλαρη, ο Δουκιώτης ιατρός κ. Σπύρος Παπαγεωργίου και
πολλοί άλλοι εκ της εκλεκτής κοινωνίας του Πύργου και περιχώρων.
«ΒΑΣΣΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ: ο πλέον λαοφιλής Πολιτικός,
ο διαπρεπής Λογοτέχνης – Νομικός, ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ με κεφαλαία γράμματα…»
Κύριε
πρόεδρε της Δημόσιας Βιβλιοθήκης
Κυρίες και κύριοι
Είναι μεγάλη τιμή για μένα, να είμαι
ένας εκ των σημερινών ομιλητών της εξαιρετικής Εκδήλωσης για τους 4 Ηλείους
Λογοτέχνες-νομικούς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η μεγάλη και
πολυσχιδής μορφή του Βάσσου Στεφανόπουλου.
Και
λέγω μεγάλη τιμή και τύχη γιατί ούτε ειδικός στο θέμα είμαι, ούτε λογοτέχνης, ούτε νομικός. Έτσι ζητώ εκ
προοιμίου την επιείκειά σας, με την υπόσχεσή μου ότι στο μέτρο του δυνατού, να
δώσω κάποιες άγνωστες πλευρές του
μεγάλου αυτού τέκνου της Ηλείας που εσείς θα κρίνετε, αν άξιζε τον κόπο
να είμαι ενώπιον τόσο εκλεκτού ακροατηρίου.
Και ξεκινώ με ένα ποίημα του Βάσσου
Στεφανόπουλου, που δημοσιεύτηκε στην «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ του 1959» με το τίτλο
ΚΥΚΝΕΙΟ
Ίσκιοι
βουβοί τριγύρω σου, χλωμή ψυχή, προσμένουν
Ίσκιοι
κι΄ απόσκιοι φθονεροί,
Κι΄
αχολογάν στ΄ απέραντα βασίλεια και σημαίνουν
Θλιμμένα
χίλια σήμαντρα, κι΄ ο Χάρος καρτερεί
Ίσκιοι
βουβοί τριγύρω σου, χλωμή ψυχή, προσμένουν
Κι΄ η
ώρα φεύγει θλιβερή…
Ξένοι
σου στέκουν γύρω σου γονατιστοί και κλαίνε
Ξένοι
κι΄ απόξενοι πολλοί,
Μα
στην ψυχή τους τα δάκρυά σου λένε,
Πόσο
ειν΄ το σπάραγμα άγριο κι΄ ο πόνος σου χολή,
Ξένοι
σου στέκουν γύρω σου γονατιστοί και κλαίνε
Μα να
σε νοιώσουν δε βολεί…
Λίγο
τα μάτια νείρονται ακόμα και σαλεύουν
Λίγο
κι΄ απόλιγο πονεί…
Σβύνει
σιγά ο σπαραγμός και μοναχά θεριεύουν
Οι
δειλιασμένοι στοχασμοί κ΄ η νύχτα η σκοτεινή
Λίγο
τα μάτια νείρονται ακόμα και σαλεύουν
Και
σβύνει χάνετ΄ η πνοή…
……………………………………………………………..
Ίσκιοι
πληθαίνουν άφωνοι κι αμίλητοι περνάνε
Ίσκιοι
κι΄ απόσκιοι σταχτεροί,
Το
κρύο σώμα σκέπασε, τη νύχτ΄ αργοκυλάνε
Και
τα΄ άχαρο σαβάνωμα θλιμμένα προχωρεί…
Ίσκιοι
πληθαίνουν άφωνοι κι αμίλητοι περνάνε
Ώσπου
ν΄ ανάψει ένα κερί!...
Για μένα και όσους είναι αμύητοι,
δεν ξέρω πόσο μας συγκινεί αυτό το ποίημα
του Βάσσου Στεφανόπουλου. Τολμώ όμως να πω ότι όταν το διάβασα με
συγκλόνισε μια υποσημείωση κάτω από το ποίημα σε παρένθεση με μικρά γράμματα
που έλεγε: «Από τα ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΑΠΑΝΤΑ του
Βάσου Στεφανόπουλου που θα κυκλοφορήσουν προσεχώς με επιμέλεια και πρόλογο του
κ. Τάκη Δόξα»….
Τα «ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΑΠΑΝΤΑ» του Βάσου, μια
φράση που τελικά έγινε θρύλος και θα σας εξηγήσω τι εννοώ.. Τα «ΠΟΙΗΤΙΚΑ
ΑΠΑΝΤΑ» του Βάσσου λέει ο Τάκης Δόξας, που σημαίνει εννοιολογικά ότι το
Λογοτεχνικό έργο του ήταν τεράστιο, τουλάχιστον ποσοτικά… Και αυτή η
θρυλούμενη έκδοση των «ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ
ΑΠΑΝΤΩΝ» του Βάσσου ήταν στο νου, την καρδιά και το στόμα του μεγάλου ερημίτη
του Πύργου αδελφικού του φίλου Τάκη Δόξα που δεν τα κατάφερε. Ήταν επίσης η δια
βίου αγωνία, η διακαής επιθυμία, το όνειρο και επιδίωξη ενός άλλου μεγάλου
τέκνου της Ηλείας του αδελφικού του φίλου Νίκου Σωτηρόπουλου
«Προέδρου των εν
Αθήναις Διβριωτών» που μαζί με τον Τάκη Δόξα κατάφεραν και έσωσαν κάποια
ελάχιστα κτερίσματα του Λογοτεχνικού του έργου, αλλά τελικά κι αυτός δεν το
κατάφερε. Επίσης όπως έχει πει ο κ. Φωτόπουλος, ο δικηγόρος του Πύργου Νικόλαος
Κωνσταντόπουλος , είχε πει ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος του Πύργου έχει υποχρέωση να συλλέξει και να εκδώσει όχι
μόνο το Λογοτεχνικό έργο του Βάσσου αλλά και τις μνημειώδεις ομιλίες του στη Βουλή
των Ελλήνων, βεβαίως ούτε κι αυτό έγινε.
Τέλος,
να πούμε κι εμείς, αν όχι τα «ΠΟΙΗΤΙΚΑ
ΑΠΑΝΤΑ» του Βάσσου -γιατί αυτά έχουν χαθεί οριστικά, όπως θα εξηγήσω στη
συνέχεια- αλλά τουλάχιστον το σκορπισμένο εδώ και εκεί σπουδαίο ποιητικό του
έργο, έχουμε σήμερα μέσα στο νου και την καρδιά μας, πρωτίστως ο παραπλεύρως
ευρισκόμενος -κατ΄ εμέ ο ύψιστος πνευματικός ταγός της Ηλείας- κ. Θανάσης
Φωτόπουλος και δευτερευόντως εγώ ως πρόεδρος του «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΙΒΡΗΣ»
να συλλέξουμε και να εκδώσουμε σε ένα τόμο ό,τι έχει περισωθεί και ό,τι βρούμε
ερευνώντας… Άμποτε.
Δυο λόγια τώρα, πως χάθηκε το
Λογοτεχνικό έργο του μεγάλου ανδρός. Ο Βάσσος Στεφανόπουλος έφυγε ξαφνικά και
πολύ ενωρίς το 1952 σε ηλικία 50 ετών και δικαιολογημένα στην κρίσιμη αυτή μετεμφυλιακή
εποχή, δεν είχε φροντίσει να ταξινομήσει και να διαφυλάξει το έργο του.
Δυστυχώς μετά το φευγιό του, ούτε η ίδια η οικογένεια του φρόντισε να διασωθεί
το προσωπικό του Αρχείο και μαζί το Λογοτεχνικό του έργο. Αυτή είναι μοίρα των
μεγάλων ανδρών αν δεν έχουν μετά θάνατον, συνεπείς αντάξιους διαδόχους… Ο
αδελφικός του φίλος Νίκος Σωτηρόπουλος, ήταν ο μοναδικός που είχε κρατήσει
και άφησε σημαντικά στοιχεία για τον
Βάσσο, αλλά μάταια προσπάθησε να βρει
περισσότερα, για το λογοτεχνικό του έργο και δεν το κατόρθωσε. Όπως μου είχε
εκμυστηρευτεί πιθανόν το όλον Λογοτεχνικό του έργο ενδεχομένως, να ήταν μέσα
στο Αρχείο της ιστορικής εφημερίδας «ΑΥΓΗ» στην οποία ο Βάσσος ήταν συνεργάτης.
Και εκεί τα αναζητήσαμε, αλλά μας ειπώθηκε από τους αδελφούς Ανδρέα και Πάνο
Καπογιάννη δεν βρήκαν τίποτα. Εκφράζουμε τον φόβο ότι μπορεί να χάθηκε στην
μετακόμιση του Αρχείου της εφημερίδας ή κάπου αλλού.
Και κάτι ακόμη πιο συγκλονιστικό και
απογοητευτικό μαζί που αποκαλύπτω σήμερα ενώπιόν σας (ο φίλτατος κ. Φωτόπουλος
το γνωρίζει). Ο Βάσσος παρότι διαπρεπής νομικός ασκών μαχόμενη δικηγορία και
κορυφαίος πολιτικός στη Βουλή, ήταν ευαίσθητος και ερωτευμένος στα νιάτα του,
έγραφε ποιήματα αφιερωμένα σε μια εκπάγλου καλλονής δημοδιδασκάλισσα, την
Ιφιγένεια, που υπηρετούσε στην γενέτειρά του Δίβρη. Ένα ολόκληρο τετράδιο με
αυτά τα ποιήματα του αμοιβαίου νεανικού έρωτα, είχε ο ίδιος εμπιστευτεί σε μια
εξαιρετική φίλη του κυρία των Αθηνών που τα φύλασσε ως κόρην οφθαλμού μέχρι
πριν λίγα χρόνια και η οποία μου είχε υποσχεθεί να τα δώσει στο περιοδικό μας «ΔΙΒΡΗ», να
εκδοθούν στην μνήμη του Βάσσου. Και εδώ πάλι ατυχήσαμε, η κυρία ασθένησε και
έφυγε και αυτός ο μεγάλος θησαυρός χάθηκε δια παντός ….
Πριν πω κάποια λίγα πράγματα, για το
υπάρχον γνωστό σε μας λογοτεχνικό και επιστημονικό έργο του Βάσσου
Στεφανόπουλου, ας αναφερθώ σε μερικά βιογραφικά του στοιχεία. Γεννήθηκε το έτος
1902 στη Δίβρη,
όπου πήρε τα πρώτα εγκύκλια μαθήματα (Ελληνικό Σχολείο και
Σχολαρχείο). Γόνος της μεγάλης οικογένεια των Στεφανοπούλων, γιος του Δημάρχου
Λαμπείας, πρώτος εξάδελφος του εξέχοντος πολιτικού Πρωθυπουργού Στέφανου
Στεφανόπουλου,
απόγονος του Προέδρου Βουλής επίσης Στέφανου Στεφανόπουλου
και πολλών
Υπουργών, Βουλευτών αλλά και των γενναίων οπλαρχηγών της Επανάστασης Σκανδαμαίων
που μετονομάστηκαν μετά το 1821 σε Στεφανόπουλους. Τη γενέτειρα Δίβρη που τον
γέννησε, τον μεγάλωσε και τον γαλούχησε αλλά και τον Πύργο που τον ανέδειξε και
τον ανέβασε στους έβδομους ουρανούς, ο Βάσσος ήταν ο αιματαγωγός ομφάλιος λώρος
του πνεύματος και της πολιτικής μεταξύ των δύο πόλων, της Πόλης του Πύργου και
της κωμόπολης Δίβρης, τις οποίες δεν εγκατέλειψε ποτέ μέχρι το θάνατό του… Σε
ηλικία 22 ετών το 1924, μόλις πτυχιούχος της Νομικής ιδρύει και γίνεται
πρόεδρος του «Προοδευτικού Συνδέσμου Δίβρης»
και αυτό δεν θα το ανέφερα ως κάτι
σπουδαίο, αν δεν είχε διασωθεί η
παρθενική του ομιλία που έχει αποτυπωθεί στο Καταστατικό του Συνδέσμου. Είναι ένα
λογοτεχνικό αριστούργημα, ένα καταπληκτικό κείμενο με αναφορές σε πανανθρώπινες
αξίες και προοδευτικές ιδέες για την ανάπτυξη της κωμόπολης που θα ζήλευαν
σήμερα και οι πλέον προβεβλημένοι ρήτορες και ρομαντικοί οραματιστές… Και προ
παντός προοιώνιζε όπως είχε πει και ο κ. Φωτόπουλος σε εμπνευσμένη ομιλία του
για τον Βάσσο Στεφανόπουλο, ότι «από τότε έδωσε δείγμα ρεαλιστικής γραφής
γεμάτο λυρικό χρώμα, ένας νέος λογοτέχνης εν σπαργάνοις…»…
Αρκεί
να σας διαβάσω ένα πολύ μικρό απόσπασμα για να δείτε το μεγαλείο της ρητορικής
δεινότητας του νέου επιστήμονος αφενός αλλά και τις ρηξικέλευθες προτάσεις για
την ενεργό συμμετοχή των συμπολιτών του εις μεγάλα έργα ευποιίας, στην πατρώα
γη. Λέει απευθυνόμενος στους συμπολίτες του, με τον καθαρεύοντα λόγον της
εποχής εκείνης «…Θα δημιουργήσωμεν επί
του παρόντος την αρχήν, εν τη πεποιθήσει ότι αύτη αποτελεί , αν μη το ήμισυ του
παντός, ως οι πρόγονοι ημών εφρόνουν, ασφαλώς όμως το δυσχερέστερον μέρος του
όλου έργου. Και όπου δεν δύναται να είναι η ενεργός χειρ, θα είναι
αναμφισβητήτως η δημιουργός ψυχή, και όπου δεν θα κατορθώνει να είναι ο υλικός
χορηγός, θα είναι αναντιρρήτως η ηθική δύναμις, η οποία θα ωθεί με όλον τον
όσον αισθανόμεθα ενθουσιασμόν εις την επιτέλεσιν του ευγενούς αυτού σκοπού…».
Ίσως αυτή η ομιλία ήταν το προανάκρουσμα της μετέπειτα κοινωνικής, ανθρωπιστικής,
λογοτεχνικής και πολιτικής πορείας του. Βάσσου Στεφανόπουλου
που σφράγισαν την σύντομη αλλά πολύ
ενδιαφέρουσα πορεία της ζωής του.
Θα
ήταν κουραστικό και ίσως εκτός του θέματος της σημερινής Εκδήλωσης να λεχθούν
πολλά για την πολύ ενδιαφέρουσα
δικηγορική και πολιτική σταδιοδρομία του Βάσσου Στεφανόπουλου που επιφανής
πλέον δικηγόρος ων του Πύργου, σε ηλικία 31ετών εκλέχτηκε Βουλευτής Ηλείας με
το Λαϊκό κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη και υπηρέτησε το Κοινοβούλιο μέχρι του
θανάτου του το 1952, αναλαμβάνοντας με επιτυχία πλείστα Υπουργικά χαρτοφυλάκια.
Υπάρχουν όμως δυο συνταρακτικά κοινοβουλευτικά γεγονότα που έχουν σχέση με τον
ίδιο και αξίζει, επιβάλλεται να αναφερθούν.
Το
πρώτο. Βρισκόμαστε στο έτος 1936, παραμονές της Δικτατορίας της 4ης
Αυγούστου. Σε μια έκρυθμη και κρίσιμη στιγμή του Ελληνικού Έθνους όπου ο
ναζισμός στη Γερμανία είχε ανέβει στην
εξουσία και ετοιμαζόταν για τον επερχόμενο καταστροφικό Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Η
Ελλάδα σε πλήρες πολιτικό αδιέξοδο, χωρίς πυξίδα με τα δυο μεγάλα κόμματα (τα
Λαϊκό και των Φιλελευθέρων) να μη μπορούν να δώσουν Κυβέρνηση και αποφασίζουν
το αδιανόητο, να στηρίξουν από κοινού να κυβερνήσει ένα περιθωριακό μικρό κόμμα
6 βουλευτών, αυτό των Ελευθεροφρόνων του μετέπειτα (σε δυο μήνες) Δικτάτορα
Ιωάννη Μεταξά!!!... Και τότε ήταν που καταύγασε η πολιτική προσωπικότητα του
Βάσσου Στεφανόπουλου.
Άστραψε και βρόντηξε
στο ναό της Δημοκρατίας, ο ένας και μοναδικός Βουλευτής Βάσσος Στεφανόπουλος
(και δευτερευόντως αλλά πολύ ήπια ο Σοφούλης) που απέδειξε ότι δεν υπακούει σε
μικροκομματικά κελεύσματα και τις δημοσιογραφικές πιέσεις (και τότε από τα παρασκήνια
κυβερνούσε το συγκρότημα Λαμπράκη) και ύψωσε τα ανάστημα του με μια μνημειώδη
αγόρευση που έχει καταγραφεί χρυσοίς γράμμασι στις δέλτους της πολιτικής
ιστορίας της χώρας. Ένα μικρό απόσπασμα θα διαβάσω από αυτή την αγόρευση ενός
πολιτικού που δεν ανήκε στην Αριστερά, ήταν σε συντηρητικό κόμμα. Είπε λοιπόν,
μεταξύ άλλων, στη δραματική συνεδρίαση της Βουλής στις 29 Απριλίου του 1936 :
«.. εις μίαν μακράν και
ολονύκτιον συνεδρίασιν ηναγκάσθημεν να κηρύξωμεν την χρεωκοπίαν του λεγομένου
Κοινοβουλευτισμού. Είδομεν το θέαμα ενός κόμματος το οποίον ο λαός επλούτισεν
με 120 βουλευτάς και ενός άλλου με 80 και ενός άλλου με 40 να μη δύναται κανέν
εξ αυτών αλλ΄ ούτε δυστυχώς , όλα μαζί να δώσωμεν Κυβέρνησιν εις τον τόπον. Και
εκαλέσαμεν τον αξιότιμον Αρχηγόν των
Ελευθεροφρόνων, …Αρχηγόν εξ συναδέλφων
εις την Βουλήν ταύτην και καταθέσαμεν εις τους πόδας αυτού άλλοι την
εμπιστοσύνην μας, άλλοι την ανοχή μας μετά χειροκροτημάτων. Και 240 ναι, τα
οποία εξεφώνησαν εις την αίθουσαν ημών εις την ψήφον εμπιστοσύνης, ‘ησαν 240
υπογραφαί κάτωθι της τρομεράς διαπιστώσεως ότι εχρεωκοπίσαμεν ως
Κοινοβουλευτισμός, εξεπέσαμεν ως Συνέλευσις, εχάσαμεν την συνείδησιν ως Εθνική
Κυριαρχία. Και έτι πλέον, κύριοι Βουλευταί. Εχάσαμεν ίσως και ψυχικόν σύνδεσμον
προς τον λαόν, τον οποίον ενετάλημεν να διακυβερνήσωμεν». Τους είπε λοιπόν με τα προφητικά του λόγια που
στην απλή γλώσσα μεταφράζονται, ότι «ψηφίζετε απόψε τον Μεταξά, που σε λίγο θα μας δέσει όλους
–και τον λαό- χειροπόδαρα», όπερ και
εγένετο….
Αυτός
ήταν Βάσσος Στεφανόπουλος και αυτός ο υψιπετής λόγος του είναι ο φάρος και η
συνείδηση κάθε σωστού πολιτικού λειτουργού αλλά και ο διαρκής εφιάλτης των
ασυνείδητων και επίορκων λεγομένων πατέρων του
Έθνους διαχρονικά που σήμερα περισσεύουν. Αυτός ο μνημειώδης λόγος
δυστυχώς δεν είναι πολύ γνωστός στο ευρύ κοινό. Ευτυχώς όμως, νέοι Καθηγητές της Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας
τον έχουν εισαγάγει στην εκπαιδευτική θεματογραφία των Πανεπιστημίων μας.
Και εν συντομία το δεύτερο
κοινοβουλευτικό γεγονός. Το 1948 ανατίθεται στον Βάσσο Στεφανόπουλο να είναι ο
Εισηγητής της Αναθεώρησης τους Ελληνικού Συντάγματος. Η αγόρευση του Βάσσου
Στεφανόπουλου που έκανε στη Βουλή, έμεινε ως η πλέον συνταρακτική στα χρονικά και
αναγνωρίστηκε από όλες τις πτέρυγές της Βουλής, όπου απαξάπαντες οι βουλευτές
τον χειροκροτούσαν όρθιοι επί μεγάλο χρονικό διάστημα. Και βέβαια οι
ουρανομήκεις εγκωμιαστικοί λόγοι συνεχίστηκαν που το συνέκριναν ανώτερο και από
ιερά τέρατα των κοινοβουλευτικών ρητόρων, από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους…
Μετά από αυτά που ακούσατε, ας
έρθουμε τώρα στο κύριο θέμα μας. Τον Βάσσο Στεφανόπουλο ως σπουδαίο πνευματικό
άνθρωπο και ως εξαίρετο Λογοτέχνη. Από ενωρίς αυτός ο ευαίσθητος άνθρωπος
έδειξε το λογοτεχνικό του ταλέντο και σε μικρή ηλικία έστελνε ποιήματά του να
δημοσιευτούν σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες με ψευδώνυμα και όχι το
πραγματικό του όνομα, όπως Μαξίμ, Βιλ
Αστερ και άλλα. Αλλά ας δούμε τι
γράφει στην «ΑΥΓΗ» του Αύγουστου Καπογιάννη στις 3 Μαρτίου 1952, ο πολύ νεότερός του και φίλος του Τάκης Δόξας:
«Νέος, νεώτατος παρουσιάστηκε στην Τέχνη ο
Βάσος Στεφανόπουλος. Άνθρωπος βαθύτατα αισθηματικός καρδιά φλογερή και νους
ανήσυχος καλλιέργησε με θερμή πίστη την ορθόδοξη ποίηση, την κριτική μελέτη και
το χρονογράφημα, αντιπροσωπευτικούς στίχους και σύντομα μα μεστά σε περιεχόμενο
δοκίμιά του που τα βρίσκουμε στο «Φιλολογικό Περιοδικό» της Μεγάλης Ελληνικής
Εγκυκλοπαίδειας το 1927 και 1928, καθώς και στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο
της Ηλείας. Η ποίηση του Βάσσου Στεφανόπουλου, προσηλωμένη αυστηρά στην
παράδοση και κατά το μεγαλύτερο μέρος στο δύσκολο είδος του σονέτου, είχε ένα
άρωμα ψυχικής ευγένειας. Ρομαντική βασικά, προσωπική μάλλον, εκφράζει σε
ωραίους λυρικούς τόνους που αφήνουν μια αβρότατη μουσική, τις εσωτερικές του
καταστάσεις και τις εντυπώσεις του από τον ξένο κόσμο που είναι πάντα ένας
κόσμος έξω από τα ταπεινά και τα ανθρώπινα». Ποίου άλλου
εγκωμιαστικού λόγου έχομεν χρείαν; Και σε άλλη αποστροφή του ο Τάκης Δόξας δεν
δίστασε να τον κατατάξει στην χορεία των μεγάλων ποιητών μας όπως τον Ιωάννη
Γρυπάρη, τον Μιλτιάδη Μαλακάση και άλλους της Ελληνικής Γραμματολογίας.
Αλλά
και ο Θανάσης Φωτόπουλος διαβάζοντας σε Εκδήλωση του ΠΝΕΥΜΑΤΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΙΒΡΗΣ το
ποίημα του Βάσσου με τον τίτλο «Μνημόσυνο» μας λέει: «Καλλιέργησε το σονέτο, το 14στιχο ποίημα, στο οποίο είχε διακριθεί
παλαιότερα ο Μαβίλης και ο Γρυπάρης. Η ποίηση του Βάσσου Στεφανόπουλου είναι
αρμονική και δουλεμένη, έχει και δείγματα γλωσσοπλαστικής μέσα. Έχει και
κάποιες μελαγχολικές νότες στο ποιητικό του έργο..». Ας ακούσουμε και το
ποίημα αυτό:
ΜΝΗΜΌΣΥΝΟ
Στο κήπο τώρα εφύτρωσε η πρώτη πασχαλιά,
Πρασίνισε
το αγιόκλημα στη φράχτη του σπιτιού μας
Και τ΄
αγκωνάρι αγκάλιασε του καθενός δικού μας
Η
θύμηση σε προσκαλεί στην πρώτη μας φωλιά…
Μ΄
αργείς να΄ ρθής – θα μαραθούν τα δόλια τα λουλούδια
Δίχως
νασου στολίσουνε το στέμμα, την πορφύρα
Τ΄
αγνά τους τ΄ άνθια΄ διχωτάς τα ολόγλυκά τους μύρα
Να
λούσουν τα μαλλάκια τους σαν τ΄ άλλα τ΄ αγγελούδια…
Φοβάμαι
πως δε θε να΄ ρθής – όπως και πέρσι πάλι,
Γι΄
αυτό κι εγώ θα φορτωθώ τα λούλουδα στον στον ώμο
Και
στη γλυκειά σου σκοτεινιά θε νάθρω αγάλι-αγάλι
Κι αν
ζέμπιδα κι΄ απόβραχα μας τύχουνε στο δρόμο,
Όμως
εγώ θα προχωρώ, θάρχουμαι Αγαπημένη,
Και
θάρθω ! σήμερα, αύριο, του χρόνου – τι σημαίνει;
Όπως γίνεται αντιληπτό, μετά αυτά τα
ολίγα δεν έχω να συνεισφέρω, εγώ ο μη εδικός, κάτι περισσότερο, Όμως έχω
υποχρέωση να επανέλθω για λίγο σε κείνα που ήδη είπα για τα ανεκτίμητα
ποιητικά κτερίσματα που βρήκα στο
Αρχείο-αδαμαντορυχείο του αδελφικού φίλου του, του Νίκου Σωτηρόπουλου που έχω
το προνόμιο να είμαι ο πνευματικός κληρονόμος αυτού του Αρχείου. Εκεί λοιπόν,
υπάρχει η αγωνιώδης αλληλογραφία μεταξύ
του Τάκη Δόξα και του Νίκου Σωτηρόπουλου γα την έκδοση των «ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΠΑΝΤΩΝ»
του φίλου τους, του Βάσσου. Εκεί λοιπόν, διαβάζουμε στις επιστολές: Με
ημερομηνία, Φεβρουάριος του 1960 «Φίλτατε
μου Νίκο,..δεν πραγματοποιήθηκε η νεώτερη επαφή μας σχετικά με την έκδοση των «Απάντων»
του αλησμόνητου Βάσου…». Με ημερομηνία, Ιούλιος 1964 «Φίλτατε Νίκο μου, Περνώντας ο καιρός μου γαληνεύει και την ανησυχία με
την έκδοση των «Ποιητικών Απάντων» του αλησμόνητου Βάσσου που μιλήσαμε απ΄ τον περασμένο
Απρίλη…». Και με ημερομηνία, Αύγουστος του 1966 «Φίλτατε Νίκο μου. Σου θυμίζω τα «Άπαντα του Βάσσου» …, σε φιλώ Τ.
Δόξας».
Αυτή την συγκινητική αλληλογραφία
και τα δυο ποιήματα με τους τίτλους «Η
ΜΑΓΙΣΣΑ»
και «ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ» που είναι γραμμένα δια χειρός Τάκη Δόξα, φυλάσσουμε
εμείς ως κόρην οφθαλμού στο «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΙΒΡΗΣ», μέχρις ότου έρθει η
ευλογημένη εκείνη ώρα να εκδώσουμε, ένα τιμητικό τόμο για τον μεγάλο συμπολίτη
μας… και το ελπίζουμε.
Θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες ή και
μέρες πολλές, γιαυτή την ξεχωριστή και πληθωρική προσωπικότητα. Αλλά η κλεψύδρα
του χρόνου είναι αμείλικτη.
Τελειώνοντας
θα ήταν άδικο να μη πούμε λίγα για την νομική κατάρτιση του Βάσου
Στεφανόπουλου, αλλά και την ανθρώπινη πλευρά του μεγάλου ανδρός.
Υπάρχουν
ακόμη ηλικιωμένοι Πυργιώτες, που θα θυμούνται τον Βάσσο αγορεύοντα στα
Δικαστήρια… Ήταν όπως μου είχε πει παλιότερα δικός μου συγγενής, η μέρα που
αγόρευε ο Βάσσος Στεφανόπουλος ήταν σαν γιορτή που συνέρρεε όλη η πόλη στις
δικαστικές αίθουσες, να απολαύσουν τον ρήτορα. Και όπως έλεγε ο Αύγουστος
Καπογιάννης της «ΑΥΓΗΣ», «Εις τον ναόν
της Θέμιδος ασύγκριτος ιεροφάντης. Χειμαρρώδης, μελίρρυτος κρατούσε το πυκνόν
ακροατήριον των δικαστηρίων ασάλευτον και ενεόν. Από του βήματος του λόγου
εσαγήνευεν τα πλήθη…» Αλλά και στους
ευρύτερους νομικούς κύκλους της χώρας και του εξωτερικού είχε αναγνωριστεί ως
εξέχουσα νομική προσωπικότητα. Αναφέρω μόνο την μετάφραση από τον Βάσο
Στεφανόπουλο στο περιοδικό «ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ» το 1938, ενός κειμένου-ευαγγελίου του Παγκόσμιου
Νομικού Πολιτισμού του μεγάλου Γάλλου Δικαστού Ransson, άλλοτε Προέδρου της Γαλλικής
Δημοκρατίας και Ακαδημαϊκού που ο ίδιος ο μεταφραστής Βάσσος, γράφει ένα
υψιπετές νομικό υποσημείωμα που όπως λέει «…θίγει
ουσιωδεστάτας πτυχάς της επαγγελματικής ζωής και παρέχει με πολλήν τέχνην και μαεστρίαν
αξιοσημειώτους συμβουλάς εις δικαστάς
και δικηγόρους…», αλλά δεν έχουμε
τον χρόνο να το διαβάσουμε ολόκληρο εδώ.
Άφησα
τελευταίο, το πιο σπουδαίο κεφάλαιο, αυτό
της ανθρώπινης πλευράς του Βάσσου Στεφανόπουλου. Εδώ λόγω χρόνου θα αδικήσουμε,
τον μεγάλο συμπολίτη μας Ο Βάσσος, παρότι αναμείχτηκε με την πολιτική,
παρέμεινε ίσως ο πιο ανθρώπινος, ο πιο λαοφιλής πολιτικός όχι μόνο της Ηλείας
αλλά και ολόκληρης της Ελλάδος. Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου.
Εδώ
δεν πρόκειται να αναφερθώ στους εγκωμιαστικούς λόγους, που είχε πάρει εν ζωή
αλλά και κυρίως όταν κηδεύτηκε στην Αθήνα από ξεχωριστές προσωπικότητες όπως ο
Παναγιώτης Κανελλόπουλος, από μύστες της δημοσιογραφίας όπως ο Πότης
Τσιμπιδάρος και άλλους επιφανείς, από ολοσέλιδες καταχωρίσεις στον τοπικό και
τον Αθηναϊκό Τύπο,
από τους πλέον σεβαστούς συναδέλφους του στη Βουλή. Αλλά θα πω,
ένα και μόνο. Οι συμπολίτες Ηλείοι και όχι μόνο εμείς οι Ορεινοί Ηλείοι (που θα
είχαμε τους λόγους μας) αλλά σύμπασα η Ηλεία τον λάτρευε και όπου και αν
πήγαινες και όπου και αν στεκόσουν λένε «ήταν καλός ο Βάσσος» και γέμιζε το
στόμα του απλού λαού από αγάπη κι ευγνωμοσύνη…
Μεγάλη απόδειξη τούτου το πρωτόγνωρο και μοναδικό γεγονός, είναι όταν μετά από
τριάντα τόσα χρόνια από τον θάνατό του την 10ετία του 1980 (που συνήθως οι
πολιτικοί ξεχνιούνται, την επομένη του θανάτου τους) ο γιος του Βάσσου Στέφανος
και η γυναίκα του Φωτεινή βάζουν υποψηφιότητα και βγαίνουν και οι δυο
βουλευτές, χωρίς να κάνουν ούτε μια περιοδεία, χωρίς να κουνήσουν το μικρό τους
δάκτυλο, παρά μόνο για χάρη του πατέρα, στο όνομα του οποίου ορκίζονταν και
ακόμη ορκίζονται οι απανταχού Ηλείοι!!!…
Ο
απλός λαός της Ηλείας έχει περισσή σοφία και εκτιμά τα τέκνα του. Ας μου
επιτραπεί όμως να πω, ότι οι ιθύνοντες του Πύργου (Πνευματική, Νομική,
Πολιτική, Δημόσια, Δημοτική και λοιπή
ηγεσία) δεν έχει αποδώσει μέχρι σήμερα την τιμή που του έπρεπε… Και αν δεν
γίνονταν οι Εκδηλώσεις σαν την σημερινή, σαν εκείνες που έκανε το «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ
ΚΕΝΤΡΟ ΔΙΒΡΗΣ», στη Δίβρη, στον Πύργο και παλιότερα το 1957 ο «Σύνδεσμος
Λαμπειέων» στο « Φιλολογικό Παρνασσό» στην Αθήνα, αν δεν ήταν ο κ. Φωτόπουλος
που του έκανε τιμητική Εκδήλωση στη Γαστούνη στα πλαίσια των δύο «ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ
ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ», θα είχε ξεχαστεί ολωσδιόλου αυτή
η μεγάλη και φωτεινή Ηλειακή προσωπικότητα…
Και
ένα τελευταίο, η Ηλεία και ολόκληρη η Ελλάδα ήταν πολύ άτυχη που έχασε τόσο
πρόωρα αυτό το εκλεκτό τέκνο της, γιατί αν ζούσε ο Βάσσος, θα ήταν διαφορετική
η πορεία και μοίρα της χώρας. Και αυτό δεν το λέμε μόνο εμείς….
Και
θα σας πω απλά και συναισθηματικά, μια προσωπική μου αναφορά. Ήμουν δεν ήμουν 10
χρόνων παιδάκι ο 1951. Στις Εθνικές εκλογές της χρονιάς αυτής ο Βάσσος -όπως
άλλωστε το συνήθιζε πάντα- ήταν στη γενέτειρά του Δίβρη και κατέφτασε έξω από
το Δημοτικό Σχολείο όπου τον περίμεναν και τον υποδέχτηκαν όλοι παράγοντες και
κομματάρχες της κωμόπολης. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας ρακένδυτος Διβριωτης ο
Γιαννης Τσετσέλης,
μια γραφική και θυμοσοφκή μορφή της Δίβρης που λόγω της
ημέρας ήταν και λίγο «πιωμένος» και καθώς ήταν και λίγο ψευδός στην ομιλία του,
άρχισε να κραυγάζει:
-Βασσο μου, Βάσσο μου θέλω να σου πω κάτι…
Αμέσως οι κομματάρχες, προεστοί της Δίβρης έσπευσαν να τον απομακρύνουν με πολύ
βίαιο τρόπο.
Τότε,
ο Βάσσος (το σκέπτομαι κι ανατριχιάζω, καθώς μου δημιούργησε μεγάλη αναστάτωση
στην παιδική μου ψυχή), επιτίμησε με αυστηρότητα όλους τους οπαδούς του
λέγοντας:
-Ντροπή
σας, αφήστε το Γιάννη να έρθει κοντά μου. Και αμέσως πήγε εκείνος, κοντά στο
Γιάννη Τσετσέλη, τον πήρε απόμακρα και
τον άκουγε με προσοχή και αμφιβάλλω αν καταλάβαινε τι του έλεγε… Μου φάνηκε ότι
αυτή η συγκινητική σκηνή κράτησε πολύ ώρα !!... Αυτή η εικόνα με σημάδεψε για
όλη μου τη ζωή και είπα τότε μικρό παιδάκι και το λέω και τώρα που γέρασα:
Αυτός είναι ο Άνθρωπος με Α κεφαλαίο, παράδειγμα για όλους μας και κυρίως για τους
πολιτικούς.
Και
τελειώνω με μια αποστροφή ενός ποιήματος του
διβριώτη δάσκαλου Γιάννη Διαμαντόπουλου που δημοσιεύτηκε την επομένη του
θανάτου του στις 22 Φεβρουαρίου του 1952 ,στην εφημερίδα «ΑΥΓΗ» Πύργου.
Κι
άκουσα τα κέντρα να βογκούν, τα έλατα να τρίζουν
Και
τα πουλιά να κελαηδούν, λυπητερά να κράζουν
Για
το δικό σου τον χαμό, Βάσσο μ΄ αναστενάζουν…
Άκου
πιο πέρα λυπηρά σημαίνουν οι καμπάνες
Κι
όλος ο κόσμος, γέροντες, άνδρες, παιδιά και μάνες
Για
σένα Βάσο θλίβονται, για σε μοιρολογάνε
κι
από το πολύ τους τον καημό τα στήθη τους πονάνε..
Σας ευχαριστώ
Ιδού!, τι έλεγε για την φιλτάτη Δίβρη το έτος 1924, ο ΒΑΣΣΟΣ ΣΤΕΦΑΝΌΠΟΥΛΟΣ ως πρόεδρος του "Προοδετικού Συνδέσμου Δίβρης"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου