Ο κύκλος του χρόνου
Τι αυταπάτες με νανούριζαν τότε που χάραζε ο κόσμος! Το δίκιο μαχαίρι δίκοπο και το Καλό ο πολικός μου. Γλυκιά εύπλαστη ζύμη η ζωή κι οι άνθρωποι καλόγνωμοι μοιράζονταν τη μπουκιά, ξοδεύονταν για το Αύριο, πέταγαν την καρδιά τους βότσαλο σ’ ερωτικό πηγάδι. Γεφύρια όλη η πλάση έδειχνε. Μούσκευαν με ιδρώτα το ψωμί και μ’ αίμα τις ελπίδες. Τίποτε δεν κάτεχαν πέρα απ’ τη γύμνια της αγάπης. Τίποτε δεν ξεπούλαγαν πέρα απ’ την παρηγόρια της Λευτεριάς. Ήμεροι κι υποταχτικοί όργωναν το χώμα κι αμύνονταν στα λογής λογής θεριά συμπυκνωμένοι σ’ ένα γρόνθο. Πορεύονταν στ’ ανηφόρι, έλεγα. Έτσι τα μάτια μου έβλεπαν. Έτσι ποτέ δεν έμοιαζε ο κόσμος. Το πεπρωμένο μας καθοδηγεί. Δε μπορούμε να ξεφύγουμε όσες σκέψεις κι αν καταναλώσουμε. Δε μπορούμε να γυρίσουμε πίσω κι αν γυρίζαμε το πιθανότερο είναι ότι θα επαναλαμβάναμε τα ίδια λάθη. Το παραμύθι τελειώνει όταν ο κύκνος μεταμορφωθεί σε ασχημόπαπο ξανά. Η τελική μας κατάληξη είναι η αθλιότητα. Λατρεύουμε την ομορφιά γιατί κρατά όσο μια αστραπή και μας θαμπώνει. Με δέος προσμένουμε όμως μάταια πως το θάμα θα επαναληφθεί. Υπάρχει μια σιωπηρή συγκατάβαση. Ξανά ο κύκλος του χρόνου επιστρέφει. Αυτάρεσκα καθρεφτιζόμαστε στην επανάληψη των σημαδιών που μας χαράζουν τελεσίδικα. Τι ωφελούν οι στατιστικές όταν εξατομικεύεται κάθε περίπτωση; Ιδού λοιπόν που τίποτε δε γνωρίζω. Ιδού απλώς αναμένω να μου αποκαλυφθεί το θάμα της ζωής. Ιδού που φαίνεται ότι κανείς δε μπορεί να παρέμβει στον κύκλο του παραλογισμού που βαφτίζουμε Ιστορία. Όλοι απλώς επιβιώνουμε.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου