Φωτογραφία από "οικολογικό" μαγείρεμα στα χωριά μας πριν λίγες δεκαετίες |
(Σημείωση: Το παρακάτω κείμενο αλιεύσαμε -και αναδημοσιεύουμε- από την εξαιρετική Ιστοσελίδα http://ileios.blogspot.gr/, του εκ Μακρισίων Ολυμπίας κ. Στάθη Χριστοδουλόπουλου. Είναι άρθρο του μαχόμενου δικηγόρου αδελφού του κ. Κώστα Χριστοδουλόπουλου, συμπολιτών σεμνών αγωνιστών γνωστών για την προσήλωσή τους στις παναθρώπινες αξίες. Σωτ. Σωτ )
Μια άλλη, ασυνήθιστη και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, προσέγγιση για την οικονομική κρίση. Είναι άρθρο του Κώστα Χρ. Χριστοδολόπουλου, δικηγόρου Αθηνών, που κατάγεται από τα Μακρίσια Ν. Ηλείας, το οποίο παρατίθεται αυτούσιο.
ΚΥΡΙΑΚΉ, 28 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 2012
Γράφει ο δικηγόρος Κώστας Χριστοδουλόπουλος
" Είναι
βέβαιο ότι εμείς οι παλαιότεροι -οι μεταπολεμικές γενιές και
οι νεότεροι , οι «μεταπολιτευτικές» γενιές , ζούμε
πραγματικά πρωτόγνωρες εμπειρίες , όχι μόνον γιατί μειώνονται δραματικά
εισοδήματα, με «αιχμή του δόρατος» μισθοί και συντάξεις. Όχι
μόνον γιατί υπερφορολογείται ο φορολογούμενος για κάθε
πηγή εισοδήματος . Όχι μόνον γιατί απαξιώνεται κάθε ακίνητο ακόμη
και τα πιο προσοδοφόρα , γιατί δεν μπορεί να γίνει λόγος για τα
«απρόσοδα» , κυρίως αυτά που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας στην πατρώα και
γενέθλια γη , δηλαδή κατοικίες και αγροκτήματα , των οποίων, η διατήρησή τους
και μόνον –δεν μιλάμε για της συντήρηση –θα συνιστά βάρος , λόγω και
της επικείμενης –περαιτέρω –φορολόγησή τους .
΄Οσοι
δε είχαν την (ατυχή) ιδέα το μικρό τους «κομπόδεμα» να το
εμπιστευθούν στο κράτος μας , με την προμήθεια ομολόγων του Δημοσίου , αυτοί
υπέστησαν τη μεγαλύτερη –μέχρι σήμερα-τιμωρία , αφού ένα μικρό μόνον ποσοστό θα
το …..εισπράξουν μετά από 30 χρόνια , το σωτήριο έτος
2042 !!!
Εννοείται
ότι όσοι εργάστηκαν στο δημόσιο και με την έξοδο τους στη σύνταξη ,
είχαν «το θράσος» να προσδοκούσαν να λάβουν «ΤΟ ΕΦΑΠΑΞ» , το οποίο ,
στο μεγαλύτερο τμήμα του είναι ανταποδοτικό , να το ξεχάσουν . Αντ ΄αυτού θα
λάβουν ένα μόνο ποσοστό αυτού –βοήθημα και μάλιστα
στο άδηλο μέλλον και σ΄ ορισμένες περιπτώσεις θα το
λάβουν οι κληρονόμοι τους για να εξοφλήσουν τις δαπάνες της «εξόδιας
ακολουθίας.»
Η
νέα γενιά ,με σπουδές και προσόντα , πολλαπλάσια έναντι των
παλαιοτέρων , έχουν μάλλον οριστικά απωλέσει το δικαίωμα στην εργασία, και
έχουν μόνιμη «συντροφιά» την μη επιδοτούμενη ανεργία . Η
καταφυγή στην αλλοδαπή –που ξυπνά μνήμες του παρελθόντος –είναι κάποια λύση ,
μόνον όμως για λίγους.
Με
δυο λόγια , έχει καταργηθεί πλήρως όχι μόνον
το δικαίωμα στην αξιοπρεπή διαβίωση , αλλά και αυτό τούτο της
επιβιώσεως . Δεν είναι λίγοι οι συνάθρωποί μας που
αγωνίζονται μεταξύ επιβιώσεως και εξαθλιώσεως. Τούτων δοθέντων, εμείς
τι κάνουμε ή τι πρέπει να κάνουμε. Δύσκολη η απάντηση
. Ο γράφων δεν έχει μάθει να δίδει οδηγίες προς
«ναυτιλομένους», μόνο σκέψεις καταθέτει.
Η
γενιά μου – οι σημερινοί εξηντάρηδες - , δεύτερη μεταπολεμική γενιά , που ενώ για
τους περισσότερους από μας ,οι συνθήκες (οικονομικές και κοινωνικές)
στα χωριά μας τις δεκαετίες του ’50 και ΄60 και εν πάση
περιπτώσει στο χωριό μου , ήταν «οιονεί» κατοχικές , εν τούτοις υπήρχε «ελπίς». Υπήρχε
αισιοδοξία και διάθεση για αγώνα , ατομικό αρχικά και συλλογικό αργότερα.
Ξέραμε ότι με πολύ κόπο και μόχθο θα κερδίσουμε τη ζωή , όπως και έγινε ,
τουλάχιστον στις περισσότερες των περιπτώσεων. Και δεν κερδίσαμε τη
ζωή μόνο για μας και τα παιδιά μας, αλλά «νοιαστήκαμε» και για τους
άλλους , γονείς και αδέλφια , γιατί η αλληλεγγύη ανάμεσα στα
μέλη των οικογενειών , αλλά και στο ευρύτερο συγγενικό –γιατί όχι και μεταξύ
των συγχωριανών –ήταν μπολιασμένη βαθιά μέσα μας.
Θα
πει κάποιος ότι όλα ήταν «αγγελικά πλασμένα». Όχι ,βέβαια, εγώ όμως επιχειρώ να
παρουσιάσω την κρατούσα αντίληψη. Επειδή όμως , η παρελθοντολογία
ίσως να μην βοηθά τη σημερινή κατάσταση , θα
πρέπει να δοθεί απάντηση , για το «δέον γενέσθαι» . Κατά τη γνώμη του
γράφοντος οι μεγάλες κρίσεις ακόμη και εθνικές τραγωδίες, όπως εκείνες , δηλαδή
του ΄22 και ο πόλεμος του ΄40, η ξενική κατοχή (41-44) αλλά και ο
εμφύλιος (46-49), αποτελούν ή αποτέλεσαν και αφορμή για
αυτοσυνειδησία και αναστοχασμό. Δεν πρέπει να θεωρούμε τίποτε πλέον
ως δεδομένο , παρότι δικαιούμαστε , ως μέλη των ευρωπαϊκών
κοινωνιών να έχουμε ένα ελάχιστο βιοτικό επίπεδο , με τις παροχές
ενός κοινωνικού κράτους και κράτους πρόνοιας. Το καταναλωτικό
«μοντέλο» των τριών , ιδίως τελευταίων δεκαετιών , πρέπει να αλλάξει και
δεν εννοώ μόνο τη xιλιο-ειπωμένη φράση, ότι (πρέπει να)
ξοδεύουμε λιγότερα απ΄ ότι παράγουμε, αλλά να αλλάξουμε τις
καταναλωτικές συνήθειες
Δεν
μπορεί και δεν πρέπει να αποτελεί τη μεγαλύτερη δυστυχία, ιδίως για
τα παιδιά μας , η μη δυνατότητα να έχουν το τελευταίο μοντέλο του «κινητού» ή
να στερούνται κάθε μέρα τον «ευρωπαϊκό τους»καφέ στα «ΙΝ» καφέ
κλπ. Η έμφαση στην ποιότητα ,έναντι της ποσότητας, μεγαλύτερη
απόλαυση των πολιτιστικών αγαθών, έναντι των υλικών, επιστροφή στη παραδοσιακή
«δίαιτα» , με όσο το δυνατό δικά μας προϊόντα αγροτικά ,αγροτικά και μη, πρέπει
να είναι η απάντηση στην κρίση.
Το
σπουδαιότερο όλων ,νομίζω ,ότι είναι αυτό τον τρόπο ζωής να μεταφέρουμε
–αν όχι να επιβάλλουμε –στα παιδιά μας . Γιατί αυτά είναι ή θα είναι τα
μεγαλύτερα θύματα της κρίσης και της μέχρι τώρα « ακρισία μας»
, αφού ούτε το επίπεδο διαβίωσης , αλλ΄ ούτε και οι παροχές προς αυτά , είναι
πλέον δεδομένα. Θα πρέπει , επίσης, να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο
η αλληλεγγύη , ο εθελοντισμός , ώστε να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη
δυνατή κοινωνική συνοχή. Εννοείται δε, ότι
επιβάλλεται –περισσότερο από κάθε άλλη εποχή – η συμμετοχή σε πολιτικούς και
κοινωνικούς αγώνες για την αλλαγή των πραγμάτων. Όμως μέχρι τότε ,
τόσο σε συλλογικό ,όσο και σ΄ατομικό επίπεδο πρέπει να ξεπεράσουμε ακόμη και
τους εαυτούς μας από τη μίζερη αντιμετώπιση , των «πραγμάτων»,που
οδηγεί σε κατάθλιψη και να προβάλλουμε το αγωνιστικό , έναντι του
μοιρολατρικού , την αισιόδοξη εκδοχή της ζωής ,έναντι της απελπισίας
και να διεκδικήσουμε για μας και τις επερχόμενες γενιές ό,τι
μας ανήκει και μας το στερούν, μοιραίοι , ανίκανοι , ακόμη και
«ιδιοφελείς» εξουσιαστές.
Ο
γράφων, τέλος, πιστεύει ότι δεν μπορεί ούτε καν να «προσεγγιστεί» ένα τόσο
μεγάλο ζήτημα , στο πλαίσιο ενός μικρού άρθρου στη συγκεκριμένη
εφημερίδα, μπορεί να αποτελέσει αφορμή για γόνιμο προβληματισμό ".